Ο Νικόλαος Μπατζιλής, αν και απόφοιτος του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος, αποφασίζει να ασχοληθεί με την αγροτική παραγωγή λόγω της ιδιαίτερης σχέσης που είχε αναπτύξει με τη γη και την καλλιέργεια της. Ξεκινά λοιπόν ως απλός καλλιεργητής με την παραγωγή πράσινης πιπεριάς την οποία προμηθεύει στον μοναδικό έως τότε παραγωγό πιπεριάς τουρσί στην Θεσσαλονίκη.
Το 1972 ο Νικόλαος Μπατζιλής ως απλός καλλιεργητής προσπαθεί να διοχετεύσει την ασυνήθιστα μεγάλη παραγωγή του στην αγορά. Απογοητευμένος από την μη διάθεση της, αποφασίζει με την βοήθεια γυναικών από το χωριό, να παράγει μόνος του πιπεριά τουρσί. Τα πιπέρια επεξεργάζονται ένα προς ένα με πιρούνια, η άλμη παρασκευάζεται σε αυτοσχέδια δεξαμενή και τα πρώτα 1000 κιλά της παραγωγής είναι πραγματικότητα. Η πρώτη εξαγωγή στην Γερμανία είναι γεγονός.
Η Nikos Export πραγματοποιεί άνοιγμα στις αγορές της Μ. Ανατολής. Η Διοίκηση της επιχείρησης αλλάζει χέρια και περνά στην τέταρτη γενιά, στον Δημήτρη Μπατζιλή ο οποίος στα 29 του χρόνια, και μιλώντας με ευχέρεια αγγλικά και γερμανικά καταφέρνει να διεισδύσει στις γερμανόφωνες χώρες της κεντρικής Ευρώπης επικοινωνώντας και κλείνοντας συμφωνίες απ’ ευθείας με τους πελάτες του.
Ανακαινίζεται ολοκληρωτικά το εργοστάσιο και δημιουργείται μια σύγχρονη μονάδα μεταποίησης ευρωπαϊκών προδιαγραφών. Ολοκληρώνεται ταυτόχρονα το επενδυτικό πλάνο τριετίας 2016-2018 και η εταιρεία επιστρέφει στον φυσικό της χώρο στην Νέα Μαγνησία Θεσσαλονίκης. Διπλασιάζεται η δυνατότητα παραγωγής με νέα εξελιγμένη μηχανή επεξεργασίας και διαλογής πιπεριάς. Σε μία έκταση 3 στρεμμάτων που καλύπτεται από γκαζόν δημιουργούνται αθλητικές εγκαταστάσεις (ποδόσφαιρο 5*5, Μπάσκετ, Βόλεϊ, Τένις, Πινκ Πονκ, Τραμπολίνο) για την ψυχαγωγία των εργαζομένων και των στελεχών της επιχείρησης. Ολοκληρώνεται εξωτερικός χώρος εστίασης (κιόσκι) με εγκαταστάσεις barbeque για τα διαλείμματα των υπαλλήλων της επιχείρησης. Ένας μικρός αυτοσχέδιος υπαίθριος κινηματογράφος με προτζέκτορα καλύπτει τις ανάγκες των εργαζομένων για ψυχαγωγία (ταινίες, αθλητικά γεγονότα) αλλά και τις συνεχείς ανάγκες επιμόρφωσης του προσωπικού (πραγματοποιούνται συχνά σεμινάρια για την ασφάλεια και την υγιεινή των τροφίμων).